ΨΗΦΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 1923 – 1981      |      ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ – ΤΜΗΜΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΨΗΦΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 1923 – 1981
ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ – ΤΜΗΜΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΨΗΦΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ
ΕΛΛΗΝΙΔΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 1923 – 1981
ΣΑΔΑΣ ΠΕΑ – ΤΜΗΜΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΙΣΜΗΝΗ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ - ΦΕΙΔΗ
ΙΩΑΝΝΙΝΑ 1947 -
Α.Μ. ΤΕΕ    15350

ΣΠΟΥΔΕΣ

Διπλωματούχος Αρχιτέκτων, Σχολή Αρχιτεκτόνων Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) 1965 - 1970

Απόφοιτος Σχολής Σκηνογραφίας - École des Beaux Arts - Παρίσι 1972 - 1974

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ

Ελεύθερο Επάγγελμα - Αρχιτεκτονική - Παρίσι 1970 - 1072

Γραφείο Κανδύλη - Παρίσι 1972 - 1975

Ελεύθερο Επάγγελμα - Αρχιτεκτονική 1975 - 1977

Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος - Τεχνική Υπηρεσία 1977 - 1979

Κτηματική Εταιρεία Δημοσίου (ΚΕΔ) 1981 - 2005

Ελεύθερο Επάγγελμα - Αρχιτεκτονική - Αθήνα 2005 - 2007

Ζωγραφική, Σκηνογραφία, Συγγραφικό  Έργο 1984 - 2020

Γιάλοβα - Άνοιξη 2006. Γιάλοβα - Φθινόπωρο 2006.

Η Ισμήνη Καρυωτάκη – Φείδη γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1947. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ (1965 – 1970) και Σκηνογραφία στην École Nationale des Beaux Arts (1972 – 1974).

 

Εργάσθηκε σαν αρχιτέκτονας στο Παρίσι με την ομάδα του Γ. Κανδύλη, σε θέματα πολεοδομικού σχεδιασμού (1972 – 1975) και μετέπειτα στην Αθήνα –ιδιωτικά– σε θέματα σχεδιασμού κατοικιών και εσωτερικής διαρρύθμισης καταστημάτων. Ακόμα εργάστηκε στην Αγροτική Τράπεζα (1977 – 1979) και στην ΚΕΔ (Κτηματική Εταιρεία Δημοσίου) (1981 – 1993).

Από το 1986 ασχολήθηκε με θέματα περιβαλλοντικού σχεδιασμού και ιδιαίτερα με την προστασία και διαχείριση παρόχθιων και παράκτιων περιοχών.

 

Ως σκηνογράφος έχει δουλέψει στο θέατρο και τον κινηματογράφο, συμμετείχε επίσης ως ηθοποιός στην ταινία “Καρκαλού” του Σταύρου Τορνέ.

 Έχει πραγματοποιήσει 11 εκθέσεις ζωγραφικής -ατομικές και ομαδικές- και έχει συγγράψει 7 βιβλία.

 

Γνωρίζει 4 γλώσσες: Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ελληνικά.

 

Eίναι μέλος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ) και του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών (ΣΑΔΑΣ).

 

Είναι μητέρα ενός γιου γεννημένου το 1975.

 

 

 

*Το υλικό της ανάρτησης έχει παραχωρηθεί στο Αρχείο από την ίδια τη βιογραφούμενη, με τη βοήθεια της συναδέλφου  Ελένης Τζιρτζιλάκη, το φθινόπωρο του 2020. Τα κείμενα της ανάρτησης έχουν θεωρηθεί από την ίδια τη βιογραφούμενη. Την ευχαριστούμε πολύ. 

Η συνέντευξη έγινε τον μήνα Μάιο 2020 σε τρείς τηλεφωνικές συνδιαλέξεις της βιογραφούμενης Ισμήνης Καρυωτάκη – Φείδη  με την Ελένη Τζιρτζιλάκη.

 

Γεννήθηκα στα Γιάννενα το 1947. Η ίδια η γενέθλια πόλη μαζί και η λίμνη Παμβώτιδα –ως  εικόνες και βιώματα των παιδικών μου χρόνων και της εφηβείας μου– παρέμειναν αναλλοίωτα στη μνήμη μου και επηρέασαν σημαντικά την ενηλικίωση μου. Είχα την τύχη σαν παιδί να έχω εξαιρετικούς γονείς και δασκάλους επίσης. Τελείωσα το Δημοτικό της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας και το Γυμνάσιο της Ζωσιμαίας Σχολής –δύο εκπαιδευτήρια των οποίων το κύρος είναι διαχρονικό.  Προέρχομαι από προσφυγική οικογένεια. Οι γονείς μου έχασαν όλη τους την περιουσία στον πόλεμο και έφτασαν στα Γιάννενα άστεγοι και πένητες. Παρόλη τη δυσχερή οικονομική τους κατάσταση μέσα στην οποία μας μεγάλωναν –εμένα και την αδελφή μου– φρόντισαν να μας μεταδώσουν την ευγνωμοσύνη και την εμπιστοσύνη τους στην ίδια τη ζωή. ΄Ηταν άνθρωποι συντηρητικοί μεν, ωστόσο αισθαντικοί και με ανεξάρτητο πνεύμα.  Η μητέρα μου, μια γυναίκα με ανοιχτό μυαλό και καλλιτεχνική κλίση –όπως δείχνουν τα κεντήματα της– παρά τον συντηρητισμό τόσο της εποχής όσο και της τοπικής κοινωνίας –μην ξεχνάμε ότι ζούμε στα Γιάννενα της δεκαετίας του ’50— είχε καινοτόμες και προχωρημένες ιδέες για τις δυο κόρες της. Αυτό που την ενδιέφερε κυρίως ήταν να σπουδάσουμε, ενώ αδιαφορούσε για την ενασχόληση μας με τα οικιακά ή την όποια αποκατάσταση μας μέσω του γάμου. Ακόμη φρόντιζε να μας φέρει σε επαφή με τα βιβλία, με τη λογοτεχνία γενικότερα, παρόλο που η ίδια δεν είχε την ανάλογη γνωστική παιδεία. Τα λογοτεχνικά βιβλία που πρωτοδιάβασα  –στα δώδεκα με δεκατρία μου– ήταν το ‘’Ταπεινοί και καταφρονεμένοι’’ του Ντοστογιέφσκι,  το ‘’Ρεβέκκα’’ της Daphne du Maurier και το ‘’Ανεμοδαρμένα Υψη’’ της Έμιλυ Μπροντέ, τα οποία μας τα είχε προμηθεύσει η ίδια η μητέρα μας – τα είχε μάλιστα δανειστεί από φιλικά της πρόσωπα.  Από την τρίτη δημοτικού  ήδη, ενώ με παρατηρούσε να ζωγραφίζω –από παιδί ζωγράφιζα με μεγάλη ευχαρίστηση και ευχέρεια– μου έλεγε: Ισμήνη, εσύ όταν μεγαλώσεις θα γίνεις αρχιτέκτονας.  Η μητέρα μου στήριξε με πείσμα τον δρόμο της μόρφωσής μας, τόσο τον δικό μου όσο και της αδερφής μου. Η αδελφή μου στα δεκάξι της –μιλάμε για το έτος 1959– πήρε μια υποτροφία να παρακολουθήσει ένα  σεμινάριο της αγγλικής γλώσσας στο Λονδίνο. Όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι διατύπωσαν τότε, τις εξαιρετικά αρνητικές απόψεις τους στους γονείς μας, έλεγαν:  Μα πως θ’ αφήσετε την κόρη σας, ανήλικη, να φύγει σε ξένη χώρα χωρίς την δική σας επιτήρηση;  Οι γονείς μου ωστόσο ενέκριναν το ταξίδι και πήραν θετική απόφαση, η αδελφή μου πήγε στην Αγγλία μόνη της, δεκαεξάχρονη.  Μετέπειτα σπούδασε  Αγγλική φιλολογία.

 

Εγώ σπούδασα Αρχιτεκτονική γιατί –όπως  ήδη ανέφερα–  από παιδί ζωγράφιζα.  Η μάνα μου είχε ακούσει ότι η κλίση ενός παιδιού στη ζωγραφική,  ανοίγει τον δρόμο του για σπουδές στην Αρχιτεκτονική.  Αυτή η εμμονή της, κάποια στιγμή –μεγαλώνοντας, μου έγινε συνείδηση και το πίστεψα. Από τα δώδεκα μου έλεγα, ‘’εγώ θα γίνω αρχιτέκτονας’’. Το καλοκαίρι του 1965 ήλθα στην Αθήνα για φροντιστήρια. ΄Ηταν το καλοκαίρι που τα Ιουλιανά συγκλονίζανε την Αθήνα.  Οι κυβερνήσεις ανεβοκατεβαίνανε, οι διαδηλώσεις και οι σειρήνες συνταράζανε το κέντρο, φωτιές αναμμένες παντού…, κι εγώ –δεκαοκτάχρονη– πηγαινοερχόμουν σπίτι-φροντιστήριο, χωρίς  να παίρνω είδηση, ούτε καν να έχω αντίληψη του πολιτικού σκηνικού – δεν είχα ιδέα από πολιτικοποίηση τότε.

 

Πέρασα στην Αρχιτεκτονική την ίδια χρονιά. Στη διάρκεια των σπουδών μου είχα αξιόλογους καθηγητές και θέλω να  τους αναφέρω εδώ: τον Μιχελή στη Μορφολογία, τον Λιάπη στους Εσωτερικούς Χώρους, τον Βαλεντή στην Κτιριολογία, τον Δεσποτόπουλο επίσης στην Κτιριολογία, τον Μπίρη στην Οικοδομική, τον Εγγονόπουλο στη Ζωγραφική,  και τη γυναίκα του την Λένα Εγγονοπούλου επιμελήτρια τότε στα Μαθηματικά…

 

Η δικτατορία με βρήκε στο δεύτερο έτος της Σχολής. Το πρωί της 21ης Απριλίου του ’67, οι σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής –οι περισσότεροι– ήμασταν μέσα στο κτίριο. Είχαμε κάνει κατάληψη και είχαμε κοιμηθεί εκεί, μέσα στα σχεδιαστήρια. Στις 5.00 η ώρα το πρωί μας ξύπνησαν οι φωνές των στρατιωτών –είχαν εισβάλει στο χώρο της Σχολής και μας απειλούσαν με τα όπλα τους. Τα είχαμε κυριολεκτικά χαμένα.  Δεν γνωρίζαμε τι συνέβαινε. Μας οδήγησαν έναν-έναν με την κάνη του όπλου πίσω μας προς την έξοδο. Στην Πατησίων παρελαύνανε τα τανκς….  Στη Σχολή κατά την διάρκεια των σπουδών μου ήρθα κοντά με αυτό που λέμε πολιτική ιδεολογία. Η Αρχιτεκτονική ήταν –και είναι– μια σχολή όπου οι σπουδαστές βρίσκονταν σε διαρκή συναναστροφή μεταξύ τους και η πολιτικοποίηση, ειδικά στα χρόνια της χούντας, ήταν αναπόφευκτη.  Ο ομαδικός τρόπος που δουλεύαμε μέσα στα σχεδιαστήρια και στα αμφιθέατρα, τα καμαράκια που στήναμε για τις διπλωματικές, οι ολοήμερες και ολονύκτιες διορθώσεις στις εργασίες –ατελείωτες νυκτερινές ώρες μας διόρθωνε ο Βαλεντής στο αίθριο της Αρχιτεκτονικής Σχολής– τα πηγαδάκια, τα ιδεολογικά και τα παρε-ί-στικα, αυτή η μεταξύ μας συνάφεια και αμεσότητα, όλα αυτά ήταν που με μορφώσανε κοινωνικά και πολιτικά στην Αρχιτεκτονική Σχολή.  Από την Αρχιτεκτονική απεφοίτησα το 1970.

 

Το ’72 –στο απόγειο του τρόμου της δικτατορίας, λίγο πριν τις διαδηλώσεις και τις καταλήψεις του ’73 που σάρωσαν την πρωτεύουσα–μέσα από τη φιλία μου με την γραμματέα του γραφείου όπου δούλευα ήδη σαν αρχιτέκτονας εκείνο τον καιρό, ήρθα σε επαφή με ανθρώπους της αντίστασης. Ανάμεσα σ’ αυτούς γνώρισα τον αντιστασιακό Κώστα Καρυωτάκη, τον μελλοντικό σύντροφό μου και πατέρα του γιού μου. Ο Κώστας Καρυωτάκης –από τους πρώτους που συλλάβανε στη χούντα, με την ομάδα των 11– είχε καταδικαστεί σε 16 χρόνια φυλάκισης, είχε εκτίσει τα 4,1/2, και του δόθηκε εξιτήριο ενός χρόνου, για λόγους ανηκέστου βλάβης υγείας. Έπρεπε σε ένα χρόνο να επιστρέψει στη φυλακή.  Αποφασίσαμε να φύγουμε παράνομα από τη χώρα με πλαστά διαβατήρια. Μετά από ένα ρηξικέλευθο ταξίδι διαρκείας είκοσι ημερών –αναφέρομαι σ΄ αυτό με λεπτομέρειες στο βιβλίο μου ‘’Στους δρόμους”, εκδ. ‘’Το Ροδακιό’’– φτάσαμε στο Παρίσι όπου και παραμείναμε –αυτοεξόριστοι–μέχρι την πτώση της χούντας στην Ελλάδα.

 

Τα χρόνια της παραμονής μας στο Παρίσι, η ζωή μας έρχεται στην κυριολεξία τούμπα, είναι τα χρόνια όπου ανατρέπονται οι βεβαιότητες και οι δείκτες κατοχύρωσης και ασφάλειας από τις μέχρι τότε οικογενειακές, φιλικές και εργασιακές σχέσεις. Για ένα μεγάλο διάστημα –ένα εξάμηνο περίπου– ζούμε με τον σύντροφό μου σε μια σοφίτα στο Marais, 33 rue du roi de Sicile, που μας έχουν παραχωρήσει φίλοι Έλληνες εξόριστοι, όπου χωράει μόλις ένα μονό κρεβάτι, και όπου κοιμόμαστε σχεδόν με βάρδιες. Τα χρήματα μας είναι ελάχιστα, οι δυσκολίες για ανεύρεση εργασίας τεράστιες.  Είμαστε έλληνες εξόριστοι, πολύ δύσκολα αποδεκτοί από γάλλους πατρόνους.  Κατά τακτά διαστήματα επισκεπτόμαστε το γραφείο ευρέσεως εργασίας –στη rue Cherche Midi– όπου συμβουλευόμαστε επισταμένως τους αντίστοιχους κατάλογους: Στο Παρίσι τους πρώτους μήνες εργάστηκα σαν ταξιθέτρια, σαν βοηθός σε διπλωματικές εργασίες φοιτητών, σε κοπή σλάιτς για οικονομικά σεμινάρια, σαν σχεδιάστρια σε αρχιτεκτονικά γραφεία, πωλήτρια σε λαϊκή αγορά, σαν ελαιοχρωματιστής, στα παλαιοβιβλιοπωλεία της rive gauche επίσης… Στην καλύτερη περίπτωση δούλευα για μια-δυο εβδομάδες,  μετά έπρεπε να ψάξω κάπου αλλού. Αυτό το αλισβερίσι από γραφείο σε γραφείο κι από δουλειά σε δουλειά –έχω μετρήσει συνολικά 14 εργασιακά πόστα– κράτησε τους τέσσερις πρώτους μήνες της διαμονής μας στο Παρίσι. Ένα πρωί πήρα την απόφαση –με το ντοσιέ των εργασιών μου υπό μάλης— να πάω από μόνη μου στο γραφείο του Γιώργου Κανδύλη και να ζητήσω δουλειά. Ο Κανδύλης με δέχτηκε ο ίδιος στο γραφείο του, έδειξε πραγματικό ενδιαφέρον,  μιλήσαμε, και με διαβεβαίωσε πως με την πρώτη ευκαιρία θα με ειδοποιήσει. Δεν τον πίστεψα είν’ αλήθεια. Σε δέκα μέρες την ώρα που βρισκόμαστε με τις βαλίτσες έξω από την είσοδο του σπιτιού μας, έτοιμοι να φύγουμε για το Collioure στη νότια Γαλλία –με τα τελευταία μας χρήματα– εμφανίζεται μπρος μας ο ταχυδρόμος κρατώντας ένα τηλεγράφημα. Ο George Candilis μου ζητούσε να περάσω επειγόντως από την agence Candilis. Απίστευτη χαρά και μεγάλη ανατροπή στην εκεί παραμονή μας. Το Παρίσι αρχίζει να μας αγκαλιάζει. Μια αγκαλιά που σίγουρα έχει να κάνει με τη αποδοχή μας στο περιβάλλον της agence,  από τους καινούργιους συνεργάτες και φίλους στο γραφείο Κανδύλη.

 

΄Οταν πρωτοπήγα στην agence Candilis –στη rue Dauphine 18, συνέχεια της Pont Neuf στην καρδιά του Παρισιού– είμαστε 40 περίπου άτομα. Ο Κανδύλης είχε αναλάβει τότε τον εξ αρχής σχεδιασμό δύο πόλεων στη Σαουδική Αραβία. Την Al-Hofuf και την Jeddah. Ο τρόπος εργασίας ήταν παρόμοιος με τον τρόπο εργασίας στην Αρχιτεκτονική Σχολή. Δουλεύαμε και κατ’ ιδίαν αλλά και ομαδικά. Ο καθένας μας ανελάμβανε τον σχεδιασμό μιας γειτονιάς από μια συγκεκριμένη πόλη. Ολοκληρώνοντας εκθέταμε τα σχέδια μας στους τοίχους του γραφείου και η διόρθωση γινόταν παρουσία όλων μας. Ο Κανδύλης ποτέ δεν σε αποκάρδιωνε. Ξεκινούσε πάντα με ένα ‘’μπράβο’’. ‘’Εμένα η θέση μου είναι κοντά σας’’ μας έλεγε πάντα και το ίδιο έλεγε και στους φοιτητές του. Γιατί ακριβώς ήταν σε επαφή –σε συνεχή επαφή– με τους φοιτητές. Για πολλά χρόνια χρημάτισε καθηγητής στην ΄Ecole Superieure Des Beaux Arts και είχα την τύχη να τον παρακολουθήσω στην  Unité pédagogique 6 της Beaux Arts –όσo  έκανα παράλληλα ενώ εργαζόμουν, το μεταπτυχιακό μου στο τμήμα Σκηνογραφίας Θεάτρου της Beaux Arts. Ο Κανδύλης είχε ένα τρόπο να σου μεταδίδει τον ενθουσιασμό του γι’ αυτό που κάνεις –είτε σαν φοιτητής, είτε σαν συνεργάτης του στο γραφείο–, και να οικειοποιείσαι το πρότζεκτ σαν να είναι αποκλειστικά δικό σου. Κι εκτός των άλλων, γνώριζε πολύ καλά τι σημαίνει εξορία, την είχε βιώσει ο ίδιος καθώς, όπως είναι γνωστό, είχε φύγει με το θρυλικό πλοίο ‘’Ματαρόα’’ από την Ελλάδα το 1945, στις αρχές του εμφύλιου. Εδώ πρέπει να αναφέρω επίσης πως η agence Candilis κατά τη διάρκεια του Μάη του ’68, πρωταγωνίστησε στα γεγονότα. Και αυτό το κλίμα του Μάη του ’68, το έζησα από κοντά καθώς διαρκούσε ακόμη στην agence. Η agence ήταν κατά κάποιον τρόπο το ημερήσιο σπίτι μας. Δουλεύαμε και ζούσαμε εκεί. Παίρναμε καφέ ή τσάι στα διαλείμματα και πολλές φορές τα μεσημέρια τρώγαμε μαζί. Μαγειρεύαμε εκεί. Εκείνο το διάστημα –’72 έως και ’74– εργαζόταν εκεί ο Τάκης ο Φραγκούλης, ο Κώστας Οικονόμου, ο Καζούο ο Ιάπωνας, ο Πάνος ο Οικονόμου, και πολλοί ακόμη. Και μεταφέρω εδώ ένα σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο μου ‘’Στους δρόμους’’ –που αναφέρεται όπως ήδη σας είπα, στα χρόνια της εξορίας μας στο Παρίσι–, και όπου αποδίδεται η ατμόσφαιρα και το κλίμα που επικρατεί στην Agence Candilis – μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στο Παρίσι στα πρώτα χρόνια μετά το Μάη του ’68: ‘’Στην Agence G.C. είχα καταγοητευτεί από τις πρώτες μέρες και τα πήγαινα περίφημα – τόσο που χτύπαγα ξύλο μήπως με ματιάξουν. Φτιάχναμε κάτι υπέροχα σχέδια –σχεδιάζαμε ολόκληρες γειτονιές για την Al- Hofuf και τη Jeddah της Arabie Saudite–, και ταυτόχρονα μαγειρεύαμε κάτι υπέροχα φαγητά –από τα ελληνικά ιμάμ τoῦ Takis μέχρι τα ιαπωνικά σούσι του Κazuo–, και κάναμε επίσης κάτι εξαίσιες συζητήσεις – που πολλές φορές έφταναν σε τέτοιο βαθμό προσήλωσης και έντασης ώστε τα ιμάμ και τα σούσι καίγονταν ανεπανόρθωτα στην κουζίνα. Μετά από όλα αυτά βέβαια δεν μου έμενε καθόλου ελεύθερος χρόνος για να αφοσιωθώ στο θέμα της κατεξοχήν έννοιας της εξορίας, που συνέβαινε να με απασχολεί στα μεσοδιαστήματα της ανεργίας. Αντίθετα ένιωθα ότι είχε γεννηθεί ένας καινούριος χρόνος και για πρώτη φορά αισθανόμουν εγκατεστημένη στο παρόν, απολάμβανα την κάθε στιγμή συνύπαρξης με τον Yves, τον Κazuo, τον Sami, τον Takis, τον Arthur, τον Panos, τον Jose, τη Dominique, και ευχαριστιόμουν τους cafe-noir και τα creme de cassis που ετοίμαζε η Nicole, κρεμόμουν από τα χείλη του patron Candilis όταν μας διηγόταν εν είδει «χιλίων και μία νυκτών» τα ταξίδια του στην Ανατολή, γοητευόμουν από τις επισκέψεις του σεΐχη Abd-Al-Wahhab και της συνοδείας του, αφουγκραζόμουν τη μουσική των γλωσσικών ιδιωμάτων μέσα σε ένα σύννεφο καπνού που πλανιόταν πάνω από τα κεφάλια μας– μουσική που μόλις και μετά βίας σταματούσε τις βραδινές ώρες…’’ Στο γραφείο Κανδύλη παρέμεινα μέχρι που έφυγα από το Παρίσι.

 

Στην Αθήνα επέστρεψα οριστικά το καλοκαίρι του 1975. Επέστρεψα για να γεννήσω τον γιό μας. Η απόφαση μας δεν ήταν εύκολη αλλά καθώς τώρα στην Ελλάδα είχαμε ήδη μεταπολίτευση, σκεφτήκαμε πως θα ήταν ίσως καλύτερο να επιστρέψουμε στη χώρα μας. Μέσα στα επόμενα χρόνια, ωστόσο, μετά την επιστροφή μας στην Ελλάδα,  ανατρέπονται όλα τα σχέδια και οι προβλέψεις μας. Ο σύντροφός μου, ο Κώστας Καρυωτάκης, μετά από ένα μοιραίο καρδιακό επεισόδιο –νοσούσε ήδη με στένωση της στεφανιαίας βαλβίδας λόγω των βασανιστηρίων στα χρόνια της φυλάκισης του–, πεθαίνει σε ηλικία 34 χρόνων. Το 1977, εγώ, όντας μητέρα ενός αγοριού μόλις 16 μηνών, βιώνω την άγρια εμπειρία θανάτου του πατέρα του. Τα μετέπειτα χρόνια –’77 με ’81 –– είναι πολύ δύσκολα για μένα –οπωσδήποτε συναισθηματικά κυρίως. Για ένα μικρό χρονικό διάστημα από το ‘79 μέχρι το ’80 εργάζομαι στην Αγροτική Τράπεζα στις Τεχνικές Υπηρεσίες. Την ίδια χρονιά, ή ίσως ένα χρόνο πριν, ο Κανδύλης επιστρέφει στην Ελλάδα μετά από πρόταση του ίδιου του Καραμανλή να αναλάβει τον σχεδιασμό και την εκτέλεση ενός μεγάλου έργου –του Πολιτιστικού Κέντρου Αθήνας. Η συγκυρία της δυνατότητας να συνεργαστώ για άλλη μια φορά με τον Γιώργο Κανδύλη έχει σαν αποτέλεσμα την παραίτησή μου από την τράπεζα. ΄Ετσι, εντάσσομαι στην ‘’ομάδα Κανδύλη’’ και εργάζομαι για το Πολιτιστικό Κέντρο Αθήνας μέχρι και το ’85, αν θυμάμαι καλά. Το οικόπεδο όπου θα κατασκευαζόταν είναι αυτό που βρίσκεται πίσω και κάτω από το Βυζαντινό και το Πολεμικό Μουσείο –στο κέντρο της Αθήνας– και που παρέμεινε για πολλά χρόνια ως μία τεράστια τρύπα. Το κτιριολογικό πρόγραμμα περιελάμβανε αίθουσες κινηματογράφου, Θεάτρου, αίθουσες συναυλιών, βιβλιοθήκες, αναγνωστήρια, όπερα, Μουσείο αντιγράφων των αρχαίων αγαλμάτων της Ακρόπολης…., επίσης η υπό μελέτη σύνθεση του κτιριολογικού συνόλου προϋπόθετε την συνέχιση του γήινου ανάγλυφου καθώς προέβλεπε χαμηλής κλίμακας κτίρια, στην στέγη των οποίων θα υπήρχε η δυνατότητα δημιουργίας κήπων. Σαν ομάδα μελέτης –απαρτιζόμενη από αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς, σχεδιαστές, μακετίστες κλπ–, είμαστε είκοσι περίπου άτομα. Προχωρήσαμε τον σχεδιασμό του έργου μέχρι και την εκπόνηση της Μελέτης Εφαρμογής. Ωστόσο η επικείμενη κατασκευή του έργου ανατράπηκε από την επόμενη κυβέρνηση. Μια μεγάλη απώλεια για την Αθήνα. Αν το Πολιτιστικό Κέντρο Αθήνας είχε πραγματοποιηθεί,  θα ήταν πράγματι ένα από τα ωραιότερα κτίρια της πρωτεύουσας, ένα διαχρονικό στολίδι πολιτισμού.

 

O Κανδύλης μετά  την ακύρωση της κατασκευής του έργου ‘’Πολιτιστικό Κέντρο Αθήνας’’ αποχωρεί από την εταιρεία η οποία είχε στηθεί για την αξιοποίηση την Δημοσίων κτημάτων –Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου– στην οποία υπαγόταν και η ‘’ομάδα Κανδύλη’’ για τον σχεδιασμό του Πολιτιστικού Κέντρου. Ωστόσο εγώ παραμένω ως εργαζόμενη στην Κτηματική Εταιρεία. Στην ΚΕΔ εμπλέκομαι στην εκπόνηση μελετών που αφορούν σε δημόσια ακίνητα τα οποία υπόκεινται σε καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας –περιβαλλοντικές μελέτες περιοχών NATURA. Με αφορμή τις ως άνω μελέτες διατρέχω την Ελλάδα από βιότοπο σε βιότοπο. Η πρώτη μελέτη αφορά στην Τουρλίδα και τη Λουρονησίδα Μεσολογγίου, περιοχές της Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου. Ο ενθουσιασμός μου για τις ανάλογες μελέτες ήταν τόσο μεγάλος ώστε με κάνει να πιστεύω πως από τούδε και στο εξής θα αλλάξουν τα πάντα πάνω στο καθεστώς και τις χρήσεις που καθόριζαν ως τότε τους βιοτόπους. Στη συνέχεια ασχολήθηκα με το Δέλτα του Πηνειού στη Λάρισα, τον Αμβρακικό Κόλπο, τη Σαλαώρα, την Κόπραινα Άρτας, τον Άραχθο, το Δέλτα του Έβρου. Δουλέψαμε πολύ στον Έβρο, στην παραποτάμια έκταση του Άρδα. Εκπονήσαμε τη μελέτη μιας κατασκηνωτικής μονάδας με ξύλινα καταλύματα και ήπιες χρήσεις για το περιβάλλον. Αλλά δεν τελεσφόρησε το σχέδιο. Ενώ είχαμε προχωρήσει σε μελέτη εφαρμογής πια, είχαν γίνει οι βάσεις για τα ξύλινα κτίρια, η κρατική χρηματοδότηση διακόπηκε. Θα μπορούσα να μιλάω ατέλειωτες ώρες για τις σχετικές μελέτες και την ατελέσφορη πορεία τους. Εκ των υστέρων άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι η προστασία των περιοχών Natura δεν είναι απλά θέμα εκπόνησης μελετών αλλά είναι κυρίως θέμα κοινωνικοπολιτικό. Η ανάγκη μου να εκφράσω αυτή την άποψη δημόσια, μετά από το ανεκπλήρωτο της εφαρμογής των μελετών μας, με έκανε να καταφύγω στη ζωγραφική και στη συνέχεια στη συγγραφή. 

 

Άρχισα να ζωγραφίζω με αφορμή τους βιότοπους. Τα θέματα ήταν επηρεασμένα από το περιβάλλον των βιοτόπων χωρίς βέβαια να είναι αναπαραστατικά. Το 1997 έκανα την πρώτη μου έκθεση ζωγραφικής στην γκαλερί 24, στην Κλεομένους. Στα έργα μου ήθελα να συνδυάσω γραφή και εικόνα. Χρησιμοποίησα παστέλ ξηροπαστέλ, λαδοπαστέλ και σινική μελάνι, μ’ ενδιέφερε πολύ και η ποιότητα του χαρτιού, χρησιμοποίησα γιαπωνέζικα χαρτιά. Την πρώτη έκθεση ακολούθησε η δεύτερη, ύστερα η τρίτη…, η ζωγραφική είχε γίνει πια μια ενασχόληση οριστικά αναγκαία για μένα. Στην συνέχεια, καθοριστικό ρόλο για την εμπλοκή μου στην συγγραφή –και  έκδοση– βιβλίων, έπαιξε η ανάληψη μιας περιβαλλοντικής μελέτης για την λιμνοθάλασσα της Γιάλοβας στην περιοχή της Πύλου, στη Μεσσηνία. Εκεί υπάρχει ένα Αντλιοστάσιο –προορισμένο από τη δεκαετία του ’50 να αντλήσει τα νερά της λίμνης. Μου προτείνανε από την Ορνιθολογική Εταιρεία να αναλάβω τη μελέτη της μετατροπής του Αντλιοστασίου σε Σταθμό Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης. Όταν η Νίκη Καρδακάρη της Ορνιθολογικής Εταιρείας ήρθε και με βρήκε και μου πρότεινε την ανάληψη της μελέτης για το κτίριο του Αντλιοστασίου, δέχθηκα άμεσα την πρόταση της και επισκέφθηκα μαζί της την περιοχή. Μέχρι τότε όμως δεν είχα αντίληψη του κτιρίου. Αυτό το κτίριο με ενέπνευσε. Το είδα σαν άνθρωπο. Σαν έναν φυσικό οργανισμό, ένα ζωντανό κομμάτι της λιμνοθάλασσας. Το Αντλιοστάσιο, όπως σας είπα, ήταν ήδη κατασκευασμένο από τη δεκαετία του ’50 με ξεκάθαρο σκοπό. Και ενώ είχε κατασκευαστεί με τη σαφή προδιαγραφή να αποξηράνει τη λίμνη, εγώ “είδα’’ πως, αίφνης, το κτίριο αυτό “απέκτησε συνείδηση”, ήρθε σε επαφή με την ίδια τη λιμνοθάλασσα, “συνομίλησε” μαζί της και “αποφάσισε” να μην την αποξηράνει. Αυτό με συντάραξε. Όταν πρωτοπήγα στο Αντλιοστάσιο και ανέβηκα επάνω –γιατί είχε μια σκάλα κυκλοτερή ως επάνω–, μαγεύτηκα. Ανήκε στο Διβάρι τότε, εκεί ήταν ιχθυοτροφεία. Οι άνθρωποι είχαν μέσα τα δίχτυα τους, υπήρχαν κάποια πατάρια ξύλινα –ανεβασμένα ψηλά. Ανέβηκα μέσα από τις σκαλίτσες και είδα από τα παράθυρα του Αντλιοστασίου όλη την περιβάλλουσα περιοχή. Ήταν ένα πράγμα που δεν το πίστευες! Πουλιά τριγύρω και μια απεραντοσύνη ατελείωτη. Εκτός από το Αντλιοστάσιο –που όμως έπαιζε ήδη ένα ρόλο φυσικού παρατηρητηρίου– δεν υπήρχε κανένα άλλο κτίριο που θα μπορούσε να απασχολήσει το μάτι του περιπατητή μέσα σ΄ αυτόν τον επί γης παράδεισο. Η Σφακτηρία από τη μια μεριά, από την άλλη το Ναυαρίνο, πέρα αμπέλια και ελιές. Είχα συγκλονιστεί. Αυτό ήταν που με έκανε να ερωτευτώ τόσο αυτή την περιοχή, τόσο ώστε όταν πια δεν τελεσφόρησε και αυτή επίσης η μελέτη, μου ήταν αδύνατον να μην καθίσω κάτω και ν’ αρχίσω να γράφω για τη μεταξύ μας σχέση. Και ήταν η πρώτη φορά που κάθισα και έγραψα ένα βιβλίο τόσο εκτενές. Είχα ήδη εκδώσει άλλα δύο βιβλία, αλλά εκεί τα κείμενα ήταν πολύ πιο περιορισμένα. Αυτή τη φορά ήταν καθαρή λογοτεχνία. Μέσα από τη σχέση μου με το Αντλιοστάσιο, λοιπόν, έφτασα να διαπιστώσω πως είχα μια οριστικά δυνατή κλίση προς τη συγγραφή, πράγμα που δεν είχα ανακαλύψει μέχρι τότε, και ίσως ούτε καν υποψιασθεί. Για να πω την αλήθεια, σε αυτή την περίπτωση, επειδή έγραψα το βιβλίο, κάπου ένιωσα ότι ολοκληρώθηκε ο έρωτάς μου. Δηλαδή υπήρξε μια ανταπόκριση. Γιατί αυτό το βιβλίο -παρόλο που το έγραψα όχι με την ελπίδα ότι θα διαβαστεί από πολύ κόσμο-, έγινε τόσο αποδεκτό και αγαπήθηκε τόσο πολύ που είχα εκπλαγεί. Και η εκπλήρωση ίσως είναι ακριβώς αυτό. Ότι αυτή η ανάγκη μου, η επιθυμία να μάθει όλος ο κόσμος γι’ αυτόν τον τόπο, τη Γιάλοβα και το Αντλιοστάσιο, κατά κάποιον τρόπο πραγματοποιήθηκε. Είχα εντυπωσιαστεί γιατί, ενώ δεν ήμουν τότε γνωστή συγγραφέας, ασχολήθηκαν με το βιβλίο οι εφημερίδες. Εγώ ήμουν απλά μία αρχιτεκτόνισσα που είχε εκδώσει δύο βιβλία, τα οποία περιείχαν πιο πολύ σχέδια και ζωγραφιές. Το βιβλίο για τη Γιάλοβα έγινε αντικείμενο κριτικής εφημερίδας, από τη Μάρη Θεοδοσοπούλου, η οποία ήταν μία πολύ αυστηρή κριτικός, εξαιρετική ωστόσο. Και έγραψε ένα ακριβοδίκαιο άρθρο για το βιβλίο, που με άφησε ενεή. Ήταν στο κυριακάτικο “Βήμα”. Η Τζούλια η Τσιακίρη, η εκδότρια του Ροδακιού με πήρε τηλέφωνο – μέσα στο τρένο ήμουν–  λέγοντας μου: “Ισμήνη τρέξε να πάρεις το Βήμα!”. Κατέβηκα στο σταθμό της Ομόνοιας –το θυμάμαι σαν τώρα–πήρα το “Βήμα”, άρχισα να διαβάζω και δεν πίστευα στα μάτια μου…

 

Αμέσως μετά την έκδοση του βιβλίου, έκανα και έκθεση ζωγραφικής με αντικείμενο την εμπειρία μου στη Γιάλοβα. Η έκθεση βέβαια περιλάμβανε πολλά περισσότερα έργα από αυτά που υπάρχουν στο βιβλίο, εμπνευσμένα από το Αντλιοστάσιο. Οι δύο τομές του κτιρίου, η εγκάρσια και η κατά μήκος, έδιναν ένα αποτέλεσμα γεωμετρικό εξαιρετικά ενδιαφέρον. Έκανα κάποιους ζωγραφικούς πίνακες, εμπνευσμένη από αυτή τη γεωμετρικότητα του κτιρίου, τον τρόπο που αντλούσε τα νερά, γιατί και οι μηχανές του είχαν τεράστιο ενδιαφέρον.

 

Το πρώτο βιβλίο έφερε το δεύτερο, μετά το τρίτο και τώρα είμαι στο έβδομο. και βέβαια συνεχίζω να γράφω αλλά και να εκθέτω.

 

Για να ολοκληρώσω το σύνολο των εργασιακών μου επιδόσεων θα πρέπει σ’ αυτό το σημείο της συνομιλίας μας να αναφερθώ στην εμπλοκή μου στο χώρο του Κινηματογράφου και του Θεάτρου.

 

Τον Μάρτη του ‘83, ένα Σαββάτο της Αποκριάς, στον τρίτο όροφο του νεοκλασικού με τον αριθμό 56 της οδού Καλλιδρομίου,  ο Στέλιος Αναστασιάδης – ζωγράφος, μάγειρας και ηθοποιός, που έζησε διαδοχικά  στην Αλεξάνδρεια, στο Παρίσι, στη Βουδαπέστη, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στην Αθήνα, στο Γκούμπιο, στα Χάνια, στην Αθήνα…, κοσμοπολίτης, ανεξάρτητος και ανένταχτος καλλιτέχνης, ασυμβίβαστος και μποεμιέν–, προσθέτει στο ενεργητικό του μια ακόμη από τις πολυάριθμες installations της ζωής του: πραγματώνει και αξιώνεται την ολοκλήρωση ενός αποκριάτικου ξεφαντώματος με χαρακτήρα διονυσιακής γιορτής συμβάλλοντας έτσι στην ευόδωση του προσωπικού στοιχήματος μιας άλλης σπάνιας φυσιογνωμίας εκείνης της βραδιάς, του σκηνοθέτη Σταύρου Τορνέ –όπου Σταύρος Τορνές κινηματογραφιστής, ποιητής εικόνων, φιλόσοφος, προφήτης μηνυμάτων για τον πλανήτη, ένας από τους μεγαλύτερους σημερινούς κινηματογραφιστές. Το στοίχημα της βραδιάς είναι η διεκπεραίωση της ταινίας ‘’Καρκαλού’’. Ο Στέλιος Αναστασιάδης συμμετέχει ήδη στην ταινία σαν πρωταγωνιστής, η παραγωγή της, ωστόσο, αντιμετωπίζει αδιέξοδο και τα γυρίσματά της έχουν διακοπεί. Το ίδιο βράδυ, εγώ, έχω την τύχη να παραβρεθώ σε αυτήν την τελούμενη ευωχία, προσκεκλημένη και συνοδευόμενη από τον Μάριο Καραμάνη  –συμπρωταγωνιστή του Στέλιου Αναστασιάδη στην ίδια ταινία. Η συνάντηση μου με τις δύο ξεχωριστές παρουσίες της βραδιάς, τον Σταύρο Τορνέ και τον Στέλιο Αναστασιάδη, είναι απρόσμενα καθοριστική για μένα και έχει σαν αποτέλεσμα τη συμμετοχή μου ως ηθοποιού στην ‘’Καρκαλού’’ –στο ρόλο της πολυπρόσωπης γυναίκας–  και την από κει και πέρα αδόκητα γόνιμη συναναστροφή μου με τις δύο φυσιογνωμίες– φαινόμενα του ελληνισμού  της διασποράς. Παρακινημένη από τον εξωπραγματικό χαρακτήρα των βιωμάτων μου στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας αναλαμβάνω να εκθέσω τη μοναδικότητα των εικόνων της ταινίας ‘’Καρκαλού’’ του Σταύρου Τορνέ, συναρθρωμένη στο ανεπανάληπτο της ζωής του Στέλιου Αναστασιάδη, και συγγράφω –το 2015–το έκτο κατά σειράν βιβλίο μου – εκδόθηκε από ‘’Το Ροδακιό’’ το 2019–με τον τίτλο ‘’Χωρίς Ταξίμετρο’’. Το ’85, ο Σταύρος Τορνές σκηνοθετεί την επόμενη ταινία του το ‘’Ενας ερωδιός για τη Γερμανία’’. στην οποία επίσης, συμμετέχω ως σκηνογράφος και φωτογράφος πλατώ,  αυτή τη φορά.

 

Για μερικά χρόνια (μεταξύ 2005 και 2010) εργάστηκα επίσης στο Θέατρο.

 

Με τη  σκηνοθέτιδα και ηθοποιό Άννα Κοκκίνου, ως σκηνογράφος :

Στο έργο ‘’Ιστορίες του Δημήτρη Χατζή’’ στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, Αίθουσα Δ΄, Πειραιώς 260, το 2007.

Και στο έργο «Καβαλάρηδες της θάλασσας», του Τζων Μίλλιγκτον, το 2009, στο θέατρο ‘’Σφενδόνη’’.

 

Με τη σκηνοθέτιδα και ηθοποιό Τότα Σακελλαρίου, στο έργο το ‘’ Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα’’ στο θέατρο ‘’Μαύρη Σφαίρα’’ το 2010.

 

Και με τον σκηνοθέτη Στράτο Τζίτζη, στο έργο ‘’Η Καύση’’ στο Θέατρο OLVIO, το 2011.

 

Πριν κλείσουμε τη συνομιλία μας θα ήθελα να αναφερθώ σε μια ακόμη επαγγελματική μου δραστηριότητα –από το 81 μέχρι το 83. Πέντε φίλοι –εγώ, και τέσσερις άνδρες— από τους οποίους οι τρεις ήμασταν αρχιτέκτονες, δημιουργήσαμε και ανοίξαμε ένα χώρο μπαρ τον ονόματι ‘’WITOFSKI’’, γωνία Ιουστινιανού και Καλλιδρομίου. ΄Ηταν ένα ξεχωριστό εγχείρημα, πολύ ζωντανό για την εποχή του, με μουσική ροκ, τζαζ και μπλουζ, και συγκέντρωνε πολύ  –νεαρό κυρίως–  κόσμο δίνοντας ένα καινούργιο στίγμα γενικότερα στη λειτουργία των μπαρ της πρωτεύουσας.

 

Η πολυδαίδαλη διαδρομή μου μέσα από τις τέχνες –όλα αυτά τα χρόνια– από την αρχιτεκτονική, στην σκηνογραφία,  στο θέατρο και τον κινηματογράφο, στη ζωγραφική, και τέλος στη συγγραφή, με δίδαξε εντέλει κάτι πολύ σημαντικό: Η ‘’τέχνη’’ είναι ‘’μία’’. Οι τέχνες μεταξύ τους είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Ο δημιουργός από τη στιγμή που θα εμβαπτισθεί σε ένα από αυτά με ζέση και έρωτα, θα μπορέσει με το ίδιο πάθος να περάσει ίσως σε ένα επόμενο ‘’δοχείο’ – αν το θελήσει βέβαια και αν διακατέχεται οπωσδήποτε από τον ίδιο αρχικό ενθουσιασμό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ‘’τα πάντα περιέχονται στην αρχιτεκτονική’’, αν η λέξη ‘’αρχιτεκτονική’’ ερμηνευθεί από τους ‘’εργάτες’’ της σαν ‘’η αρχή των τεχνών’’.

 

Τα ταξίδια μου στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων είναι συνεχή και πολλά, με όλα τα μέσα μεταφοράς –πλοία, αεροπλάνα, τραίνα— στη Ευρώπη, την Ασία, και την Βόρειο Αφρική. Τα τελευταία χρόνια πηγαίνω συχνά στο Βερολίνο, έχω φίλους εκεί, μου αρέσει η πολυπολιτισμικότητα αυτής της πόλης. Πάντα ήθελα να μοιράζω τη ζωή μου ανάμεσα σε δύο ή και τρεις αν είναι δυνατόν πόλεις.

 

 

Α. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ

ΔΙΑΛΕΞΗ

  • Κάστρο Σπιναλόγκας στην Κρήτη: Πολεοδομική Οργάνωση, Φυσική Ανάπτυξη και Ιστορική Αναδρομή

 

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

  • Κέντρο Συνεδριών στο Φιρκά Χανίων Κρήτης.

 

1970 – 1972

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ (ΙΔΙΩΤΙΚΑ)

  • Βίλλα ‘Ν. ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ’ στο Παλαιό Ψυχικό.

  • Βίλλα ‘Ι. ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ’ στη Σαλαμίνα.

  • Ξενοδοχειακό Συγκρότημα Ν. ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ στα Ζαγόρια Ηπείρου.

  • Κατοικία ‘Θ. ΦΕΙΔΗ’ στα Ιωάννινα.

 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ (ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ )

  • Προκατασκευασμένα σχολεία στην Ελλάδα (Γραφείο Θ. Αναγνωστόπουλου).

  • Πολυκλινική ‘ΥΓΕΙΑ’ (Γραφείο Ρένου Κουτσούρη).

  • Ξενοδοχειακό Συγκρότημα ‘ΜΕΤΖΕΛΟΠΟΥΛΟΥ’ στην Πάτρα (Γραφείο Ρένου Κουτσούρη).

  • Ξενοδοχειακό Συγκρότημα ‘ΣΥΡΙΓΟΥ’ στη Θήρα Σαντορίνης (Γραφείο Α. Τσίγκου).

 

1972 – 1975

  • Μέλος σε ομάδα Πολεοδομικού Σχεδιασμού (Γραφείο Γ. Κανδύλη στο Παρίσι) για τις αραβικές πόλεις : α. JEDDAH , β. OUF-OUF, γ. ΑΜΜΑΝ  (Υπεύθυνος ομάδας καθηγητής Γ. Κανδύλης).

  • Συμμετοχή σε διεθνή διαγωνισμό με θέμα κτίριο γραφείων στην Ιαπωνία (Γραφείο Γ. Κανδύλη στο Παρίσι).

 

1975 – 1977

ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ

  • Κατάστημα Ε. Παπανικόλα, στην Αθήνα.

  • Κατάστημα WITOFSKI, στην Αθήνα.

 

1977 – 1979

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

  • Υποκατάστημα ΑΤΕ στην Αμοργό.

  • Υποκατάστημα ΑΤΕ στα Κύθηρα.

  • Υποκατάστημα ΑΤΕ στην ΄Αμφισσα.

 

1981 – 1993

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

1981 – 1982

Μέλος στην ομάδα μελέτης “Πολιτιστικό Κέντρο Αθήνας”  (Υπεύθυνος Μελέτης: Καθηγητής  Γ. ΚΑΝΔΥΛΗΣ).

1983 – 1985

Μέλος σε ομάδες μελετών

  • Καταγραφής Δημοσίων Ακινήτων Αττικής.

  • Αξιοποίησης Δημοσίων Ακινήτων Αττικής.

1985 – 1993

Υπεύθυνη τμήματος στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Μελετών.

1986 – 1987

Υπεύθυνη ομάδας ‘Οικολογικής – Κτιριολογικής Μελέτης ΛΟΥΡΟΣ’.

1987 – 1988

Υπεύθυνη ομάδας ‘Οικολογικής – Πολεοδομικής Μελέτης ΤΟΥΡΛΙΔΑΣ’ .

1988 – 1989

Υπεύθυνη ομάδας ‘ Δημόσια Ακίνητα σε Οριοθετημένες κατά RAMSAR  Περιοχές  – Αμβρακικός Κόλπος.

1989 – 1990

Υπεύθυνη ομάδας ΄Κατάρτισης Μητρώου Δημοσίων Υγροτόπων σε Οριοθετημένες κατά RAMSAR Περιοχές’.

1991 – 1992

Σύνταξη προδιαγραφών ‘Χωροταξικής – Οικολογικής – Διαχειριστικής Μελέτης  Δέλτα Πηνειού Ποταμού – Λάρισα’ (ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ENVIREG).

1991 – 1993

Υπεύθυνη για την ανάθεση της άνω Μελέτης.

1993 – …

Eπιβλέπουσα της άνω μελέτης .

1992 – 1993

Μέλος Ομάδας σύνταξης “Προκαταρκτικού Προγράμματος-Απογραφής Προστασίας-Διαχείρισης δημοσίων Υγροτόπων”- -Πρόταση για ένταξη σε Κοινοτικό Πρόγραμμα.

1991 – 1993

Πρόεδρος ή μέλος Επιτροπών:

  • Επιλογής μελετητών για αξιοποίηση Δημοσίων εκτάσεων.

  • Επιλογής κτιρίων στο εξωτερικό για στέγαση Δημοσίων Υπηρεσιών.

1999-2005

Εκπόνηση και επίβλεψη μελέτης προστασίας και αξιοποίηση παρόχθιας έκτασης στον ποταμό Άρδα:

  • Σχεδιασμός κατασκευαστικής μονάδας.

  • Μελέτη προέγκρισης χωροθέτησης.

  • Χωροταξική και περιβαλλοντική μελέτη.

  • Αρχιτεκτονική προμελέτη.

2005-2007

Σχεδιασμός,  μελέτη και επίβλεψη εσωτερικών χώρων κατοικιών:

  • Τρώων 67- Αθήνα.

  • Δαφνομήλη 49Α- Αθήνα.

  • Κατοικία ΄Ελλης Κήτα – Ιωάννινα.

2007-2010

Σχεδιασμός μελέτη και επίβλεψη κατοικιών:

  • Τίνας Maskell-Fidi στη Σύρο.

  • Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ στην Αίγινα.

 

Μέλος:

  • Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Ελλάδας.

  • Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας.

 

Β. ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ – ΕΚΔΟΣΕΙΣ – ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ

B1.  Εκθέσεις Ζωγραφικής

2020

  • Ομαδική, Βιβλιοπωλείο Λεμόνι, Αθήνα.

2016

  • Ομαδική, Βιβλιοπωλείο Λεμόνι, Αίγινα.

2014

  • Ομαδική, Βιβλιοπωλείο Λεμόνι, Αίγινα.

2013

  • Ατομική, Βιβλιοπωλείο Λεμόνι, Αθήνα.

2011

  • Ατομική, Βιβλιοπωλείο Λεμόνι, Αθήνα.

2008

  • Ομαδική, Βιβλιοπωλείο Λεμόνι, Αθήνα.2006

  • Ατομική, Gallerie ASTRA, Aθήνα.

2004

  • Ομαδική, Ιτς Καλέ, Ιωάννινα.

2003

  • Ατομική, Χώρος Σύγχρονης Τέχνης Ιωάννινα.

2001

  • Ατομική, Gallerie ASTRA, Αθήνα.

1997

  • Ατομική, Χώρος Τέχνης 24 Aθήνα.

 

Β2. Εκδόσεις

2020

  • Οι ληστές της Ανθολογίας του μαύρου χιούμορ, μυθιστόρημα, εκδόσεις Ποταμός.

2019:

  • Χωρίς Ταξίμετρο, νουβέλα, εκδόσεις ‘Το Ροδακιό’.

2017

  • Στους Δρόμους, μυθιστόρημα, εκδόσεις ‘Το Ροδακιό’.

2011

  • Απόπειρα συνάντησης, νουβέλα, εκδόσεις ‘Το Ροδακιό’.

2005

  • Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα, χρονικό, εκδόσεις ‘Το Ροδακιό’.

2001

  • Το Νησί – Αφήγηση και εικόνες, εκδόσεις ‘Το Ροδακιό’.

1997

  • Στο σκοτάδι και στο φως λάμνει η ψυχή μου, εικονογραφήματα, εκδόσεις ‘Το Ροδακιό’.

 

Β3. Σκηνογραφίες στο Θέατρο

2012

  • Η καύση του Στράτου Τζίτζη, Θέατρο ΟLVIO.

2010

  • Το Σπίτι της Μπερνάρντα ΄Αλμπα του Γκαρθία Λόρκα, Θέατρο ‘Μαύρη Σφαίρα’.

2009

  • Καβαλάρηδες στη θάλασσα του Τζ. Μίλλινγκτον Συνγκ,  Θέατρο ‘Σφενδόνη’.

2007

  • Ιστορίες του Δημήτρη Χατζή από το Θέατρο ‘Σφενδόνη’ στο Φεστιβάλ Αθηνών.

 

Β4. Σκηνικά-κουστούμια, στον Κινηματογράφο

1987

  • ‘Ενας ερωδιός για τη Γερμανία, σκηνοθεσία Σταύρος Τορνές

1984

  • Ο Αθηναίος, σκηνοθεσία Μάριος Καραμάνης.

  • Καρκαλού (βοηθός σκηνογράφου), σκηνοθεσία Σταύρος Τορνές.

 

 

ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΡΓΩΝ